Ένα μύθο θα σας πω
Πριν από 35 χρόνια, στο Αλεξάνδρειο της Θεσσαλονίκης, στο ξεκίνημα του πρωταθλήματος του 1979, ο Άρης υποδεχόταν τον Ηρακλή. Ο Γιάννης Φιλέρης με τη βοήθεια του αυτόπτη μάρτυρα Βης ήταν μέτριος αν και είχε στη σύνθεσή του, τον πολυζητημένο Γκάλλη, ο οποίος στη προσπάθειά του να δικαιολογήσει τα χρήματα που διετέθησαν για την απόκτησή του, «μονοπώλησε» τις επιθετικές ενέργειες των «κιτρίνων» και έκανε πολλά και σοβαρά λάθη». Με αυτές τις αράδες, εφημερίδα της Θεσσαλονίκης περιέγραφε το ντεμπούτο του πιο μεγάλου μπασκετμπολίστα (ενδεχομένως και αθλητή) που εμφανίστηκε ποτέ στην Ελλάδα.
*ισχύουν όροι και προϋποθέσεις | ΕΕΕΠ | 21+ | Παίξε Υπεύθυνα
Ακριβώς … 35 χρόνια πριν. Ήταν 2 Δεκεμβρίου του 1979, όταν ο Γκάλης (στην αρχή γραφόταν με δυο λ, εξ ου και το Γκάλλης, του προλόγου) μπήκε στο Αλεξάνδρειο για να παίξει το πρώτο του ματς επί ελληνικού εδάφους. Αντίπαλος, ο Ηρακλής. Σκορ 79-78. Για τους πρωταθλητές της προηγούμενης σεζόν, η εμφάνιση δεν ήταν ανάλογη του τίτλου τους.
Όπως έγραφε μια άλλη εφημερίδα «Από τον Άρη ουδείς διεκρίθη. Ο Γκάλης έπαιξε πολύ ατομικά και έκανε άφθονα, άστοχα σουτ. Σακελλαρίου και Καρατζολίδης οι καλύτεροι του ηττηθέντος».
Η Θεσσαλονίκη, η Ελλάδα, το ελληνικό μπάσκετ, δεν είχαν καν ιδέα τι θα επακολουθούσε. Ανυποψίαστοι, όλοι νόμιζαν ότι απλά είχε τελειώσει ένα ακόμη παιχνίδι.
Η αλήθεια είναι ότι μόλις τότε ξεκινούσε το πιο συναρπαστικό παραμύθι που γράφτηκε στο βιβλίο του ελληνικού αθλητισμού. Ήταν το πρώτο από τα συνολικά 854 επίσημα ματς του μεγάλου Νικ. Θα ακολουθούσαν, επίσης, και 25.965 πόντοι!
Εκείνη τη μέρα πάντως, ο κόσμος του Άρη, γκρίνιαζε γιατί ο Γκάλης είχε χάσει κάποια σουτ, στο πρώτο του αγχωμένο παιχνίδι κι οι δημοσιογράφοι δεν χαρίστηκαν στον «πολυσυζητημένο» άσο. Ακόμη και οι συμπαίκτες του, που όλη την εβδομάδα, παραμονές του αγώνα, δεν του χαρίζονταν.
Νικο, πρόσεχε. Ο Σακελλαρίου λέει ότι θα σε παίζει με το ένα χέρι άμυνα. Το άλλο θα το έχει μέσα στο σορτσάκι του» τον … έψελνε καθημερινά, ο Στέλιος Καλαντίδης, από τα πιο μεγάλα πειραχτήρια του Άρη, που δεν άφηνε κανέναν στην ησυχία του.
Τον Γκάλη, μπορεί να τον είπαν αργότερα «γκάνγκστερ», ωστόσο εκείνο τον Δεκέμβρη, δεν ήταν πάρα ένας νεαρός (μόλις 22 ετών) που για πρώτη φορά είχε αφήσει το σπίτι του στη Νέα Υόρκη, όχι για κάποια άλλη πολιτεία των Ηνωμένων Πολιτειών, αλλά στη μακρινή πατρίδα των γονιών του του Νίκου και της Στέλλας Γεωργαλή, Γκάλη όταν μετακόμισαν στην Αμερική. Μια πατρίδα, που ο Νικ γνώριζε σιγά-σιγά από πρώτο χέρι.
Άμαθος, αγχωμένος και … άστοχος. Όλα τα στερητικά «α» μαζί. Ο ίδιος, πέντε χρόνια πριν, μιλώντας στο Sport-FM είχε παραδεχθεί: «Παρόλο που έχουν περάσει τριάντα χρόνια από τότε, θυμάμαι το συγκεκριμένο παιχνίδι σαν να ήταν χθες. Είχε πάρα πολύ κόσμο στις εξέδρες και είχα κάποιο τρακ, αφού ήταν το πρώτο μου παιχνίδι στην Ελλάδα. Έβαλα τριάντα πόντους, αλλά δεν είχα παίξει καλά. Η μπάλα έμπαινε και έβγαινε στο καλάθι και αυτό με είχε αγχώσει. Θυμάμαι πως το ματς είχε κριθεί στο τελευταίο σουτ όταν έκοψα τον Σακελλαρίου και πήραμε τη νίκη με 79-78»
Ναι, από το πρώτο του ματς στην Ελλάδα, αυτός ο μεγάλος σκόρερ, θυμάται μια … αμυντική προσπάθεια. Μια τάπα, από τις ελάχιστες που έκανε στην καριέρα του!
Την επομένη του αγώνα, ο αρχηγός του Άρη, Βαγγέλης Αλεξανδρής, πιάνει τον Γκάλη και του λέει: «Νίκο, δεν ήσουν καλός χθες. Έχασες αρκετά σουτ…» Ο Νικ, τον κοιτάζει και τον ρωτάει»Από που τα έχασα Βαγγέλη;» Ο Αλεξανδρής του δείχνει τα σημεία. Όλα σε σχετικά κοντινή απόσταση από το καλάθι. Η ατάκα που ακολουθεί από τον Γκάλη, είναι ιστορική: «Νομίζεις ότι μπορεί να τα ξαναχάσω…»
Πιο καυστικός ο αείμνηστος Ανέστης Πεταλίδης, προειδοποιεί τους -ως συνήθως- βιαστικούς δημοσιογράφους: «Κύριοι, μπορείτε να λέτε και να γράφετε ό,τι θέλετε. Προσέξτε όμως, γιατί μια μέρα θα γλείφετε εκεί που τώρα φτύνετε. Μια μέρα ο Γκάλης θα αποδείξει ότι ο ένας μπορεί να νικήσει τους πέντε»
«Ποιος πήρε το πρωτάθλημα;»
Λίγους μήνες νωρίτερα, ο Άρης έδινε μια μάχη απ” αυτές που όταν κερδίζονται, μένουν στην ιστορία. Το ελληνικό μπάσκετ, αν και η επικοινωνία στο μακρινό 1979 δεν ήταν τόσο εύκολη, όπως στις μέρες μας, είχε ακούσει για ένα ελληνόπουλο που έκανε «όργια» στο πανεπιστημιακό πρωτάθλημα των ΗΠΑ.αγγέλη Αλεξανδρή γράφει για το ξεκίνημα ενός μύθου. Του Νίκου Γκάλη Ο Νικ Γκάλης, φορώντας τη φανέλα των «Πειρατών» του Σέτον Χολ, είχε εντυπωσιάσει με τις ικανότητές του στο σκοράρισμα. Ήταν τρίτος σκόρερ της σεζόν που τελείωσε το κολέγιο, έχοντας μ.ο 27.5π. Πρώτος ήταν ο Λόρενς Μπάτλερ (30.1π) που έπαιζε στο Αϊντάχο και δεύτερος κάποιος κύριος ονόματι Λάρι Μπερντ (28.6π)Στα 4 χρόνια της κολεγιακής του καριέρας είχε 20π, 2.3 και 3. 7ασίστ. Σούταρε με 50%, ενώ είχε 81% από τη γραμμή των βολών. Τα νούμερα οδηγούσαν στο ΝΒΑ. Ο Μπιλ Ράφτερι, προπονητής του στο κολέγιο, είχε δηλώσει ότι «ήταν ο καλύτερος παίκτης τον οποίο προπόνησε ποτέ στην ζωή του».
Ο Γκάλης δεν έκανε προπόνηση με καμιά ομάδα (είχε κι ένα μικρό τραυματισμό) αλλά επιλέχθηκε από τους Σέλτικς στον 4ο γύρο του ντραφτ. Με τον ατζέντη του να μη δίνει τόσο μεγάλη προσοχή στο αν ο πελάτης του θα έπαιζε στο ΝΒΑ, οι Σέλτικς αγνόησαν τον γεννημένο στο Νιου Τζέρσεϊ ελληνοαμερικανό γκαρντ.
Αργότερα, ο θρυλικός Ρεντ Άουερμπαχ είχε παραδεχθεί ότι η μη υπογραφή συμβολαίου με τον Γκάλη ήταν το μεγαλύτερο λάθος της καριέρας του.
Η ιστοσελίδα celticslife.com το 2011, είχε συμπεριλάβει τον Γκάλη στο τοπ-5 των παικτών για τους οποίους οι Σέλτικς έκαναν λάθος και δεν τους έδωσαν συμβόλαιο. Αργότερα, λέγεται ότι το μετάνιωσαν, αλλά ήταν ήδη αργά. Ο Γκάλης -στα μέσα της δεκαετίας του 80- δέχθηκε πρόταση από Βοστώνη και Νιου Τζέρσεϊ Νετς, αλλά απέρριψε τις προτάσεις γιατί αν δεχόταν θα έχανε το δικαίωμα να παίξει στην Εθνική Ελλάδος (τότε οι επαγγελματίες του ΝΒΑ δεν αγωνίζονταν στις διοργανώσεις της FIBA).
Θα μπορούσε να παίξει ή όχι στο ΝΒΑ; Εμείς λέμε ότι θα έκανε καριέρα στη μεγάλη ομάδα των Σέλτικς, δίπλα στον Λάρι Μπερντ. Δεν έγιναν συμπαίκτες στους Σέλτικς. Πρόλαβαν πάντως να παίξουν στο ολ-σταρ γκέιμ του κολεγιακού πρωταθλήματος του 1979.Ενώ το ΝΒΑ έκλεινε τις πόρτες του στον Γκάλη, οι ελληνικές ομάδες που είχαν ενημερωθεί για αυτόν τον «σπουδαίο σκόρερ» έκαναν τις πρώτες τους κινήσεις. Ο Ολυμπιακός είχε στείλει τον Γιώργο Καστρινάκη, που ήδη έπαιζε με τα «ερυθρόλευκα» στον Πειραιά, ο Παναθηναϊκός πρόσφερε αρκετά χρήματα, αλλά ο Άρης … είχε «άλλά κόλπα».
Η διοίκηση των Μενέλαου Χατζηγεωργίου και Ανέστη Πεταλίδη στέλνει στην Αμερική τον Γιώργο Τσιλιγγαρίδη. Μια εικόνα της παναγίας που δίνει στην Στέλλα Γκάλη, συγκινεί την μητέρα του Νικ, ενώ κάνοντας μια κίνηση ματ δίνει 5.000 δολάρια στον δικηγόρο του Γκάλη, για … ευνόητους λόγους. Εκεί που δεν χρειάζεται να κάνει κόλπο, είναι όταν ο Γκάλης τον ρωτάει «ποιος είναι ο πρωταθλητής». Ο μακαρίτης παράγοντας του Άρη θα απαντήσει: «Εμείς αγόρι μου…»
Ο Γκάλης είναι φιλόδοξος. Θέλει πάντα να κερδίζει. Δεν θα πήγαινε ποτέ στον … δεύτερο. Ο Άρης λόγω του τίτλου του 1979 έχει το πλεονέκτημα.
Ο δύσκολος διαπραγματευτής
Το πλεονέκτημα, όμως, δεν σημαίνει και υπογραφή. Ο Γκάλης δεν είναι εύκολος διαπραγματευτής, κάθε άλλο. Το σίριαλ έχει πολλά επεισόδια, ο Παναθηναϊκός μπαίνει πλέον δυναμικά στη μεταγραφή και η εφημερίδα Θεσσαλονίκη πληροφορεί: «Ο Αμερικανός προπονητής του Άρεως Φρεντ Ντέβελι, που βρίσκεται στην πατρίδα του προκειμένου να εξασφαλίσει τον Ελληνοαμερικανό καλαθοσφαιριστή Νίκο Γκάλις, έστειλε τέλεξ στον έφορο της ομάδας κ.Τσιλιγκαρίδη που έλεγε τα εξής: «Για να έλθουμε στην Ελλάδα θέλουμε 25.000 δολάρια, 2.500 δολάρια ο μεσίτης και 2.500 δολάρια, μόλις έρθει ο παίκτης στην Ελλάδα. Επίσης, ο παίκτης θέλει από τον Άρη ένα γέυμα την ημέρα, διαμέρισμα επιπλωμένο και αυτοκίνητο για τις μετακινήσεις του».
Ο Άρης λέει … ναι σε όλα κι ας μην έχει λεφτά. Αν χρειαστεί θα τα μάζευε με έρανο. Στις 28 Σεπτεμβρίου ανακοινώνεται η οριστική συμφωνία και στις 19 Οκτωβρίου, ο Γκάλης έρχεται στην Ελλάδα, πατώντας το πόδι του στην Θεσσαλονίκη: «Είναι ο Κρόιφ του μπάσκετ» γράφει η «Θεσσαλονίκη», στην οποία ο Ανέστης Πεταλίδης δηλώνει: «Ο Ν.Γκάλις είναι η μεγαλύτερη μεταγραφή στην ιστορία του Άρη. Με τον Γκάλις, ο Άρης θα γράψει μια άλλη σελίδα δόξας στην ιστορία του».
Οι Θεσσαλονικείς πανηγυρίζουν γιατί ο Άρης νίκησε στη διεκδίκηση του παίκτη τον Παναθηναϊκό: «Είναι μια νίκη ενάντια στο κατεστημένο του ελληνικού αθλητισμού που με διάφορους τρόπους και χρησιμοποιώντας και τον φιλικά προσκείμενο Τύπο, προσπάθησε να πάρει τον Γκάλις από τον Άρη, χωρίς όμως επιτυχία.
Είναι μια μεγάλη ηθική νίκη …» σημειώνει η «Θεσσαλονίκη» στην οποία ο Νικ δηλώνει: «Την υπόθεση της μεταγραφής μου τη χειρίστηκαν οι δικηγόροι μου, αλλα τους είχα πει ότι με ίσους οικονομικούς όρους θα προτιμούσα να πάω στον Άρη. Και αυτό γιατί είχα μάθει ότι ο Άρης έχει μια ιστορία στο μπάσκετ και μια παράδοση, έχει ζεστούς και σωστούς ανθρώπους, ενώ οπωσδήποτε εξετίμησα τη γνώμη του πατέρα και της μητέρας μου, που βλέποντας τον κ.Τσιλιγγαρίδη, μου είπαν ότι στο πρόσωπό του, έβλεπαν ένα σωστό άνθρωπο στον οποίο μπορούνσαν να αφήσουν την τύχη μου».
Όταν τον ρωτάνε τι μπορεί να πετύχει στο ελληνικό πρωτάθλημα ο Γκάλης απαντάει με χιούμορ: «Όχι τριάντα, αλλά 28π κατά μέσο όρο. Ακόμη δεν μπορώ να πω τίποτα, εκείνο όμως, που μπορώ να υποστηρίξω είνβαι ότι θα βάζω τόσα καλάθια, όσα χρειάζεται για να κερδίσει η ομάδα μου». Δεν μπορείτε να πείτε. Αφοπλιστικός από την πρώτη του μέρα.
Παρόλα αυτά ο Γκάλης … ταλαιπώρησε αρκετά τον Άρη, μέχρι να υπογράψει. Όταν έβλεπε ότι τα αιτήματά του δεν ικανοποιούνταν δεν πήγαινε στην προπόνηση. Και το να βγει το δελτίο του δεν ήταν τόσο εύκολο. Τελικά φόρεσε τη φανέλα με το νο 7 (αυτό ήταν το πρώτο νούμερό του, το άλλαξε με το «6» όταν την μεθεπόμενη σεζόν πήγε στον Άρη, ο Μιχάλης Γιαννουζάκος) και αγωνίστηκε ως Δημότης Τριλόφου Θεσσαλονίκης με διεύθυνση κατοικίας Δημήτρη Γούναρη 36.
«Βαγγέλη, πήρατε παικταρά…»
Ο Άρης εκείνη τη χρονιά συμμετείχε στο Κύπελλο Πρωταθλητριών. Είχε δυο Αμερικανούς, που θα τον ενίσχυσαν στις ευρωπαϊκές του υποχρεώσεις. Τον Φιλ Τέιλορ και τον Τιμ Τζόις. Ο δεύτερος μάλιστα σκοράρει 41π στην ιστορική νίκη του Άρη επί της Μακάμπι, στην παράταση.
Ο Τζόις είχε τελειώσει το κολέγιο την ίδια σεζόν με τον Γκάλη. Φορούσε τη φανέλα του Οχάιο Στέιτ. Σε μια συζήτηση με τους συμπαίκτες του, λέει στον Βαγγέλη Αλεξανδρή: «Είναι πολύ καλός παίκτης. Κάνατε μια μεγάλη μεταγραφή…»Ο «τίγρης», 35 χρόνια μας διηγείται: «Να σου πω την αλήθεια, έτυχε από πολύ νωρίς να διαπιστώσω τις ικανότητες του Νίκου. Πρώτα απ” όλα, εγώ τον υποδέχθηκα στο αεροδρόμιο, σαν αρχηγός της ομάδας». Ο Γκάλης δεν ήταν … 1.95 όπως περίμεναν όλοι, αλλά μόλις 1.83. Ο Αλεξανδρής αναρωτιέται «αν μάζεψε στο ταξίδι», αλλά στην πρώτη προπόνηση θα πάρει μια ιδέα τι εστί να παίζεις αντίπαλος του Νικου.
«Ήμουν-λέει- ένας πολύ καλός αμυντικός για την εποχή. Είχα παίξει-κυρίως με την Εθνική Ομάδα-εναντίον παικτών όπως ο μακαρίτης ο Ζιλ, που πέθανε πριν από λίγες μέρες, ο Μαρτζοράτι, ο Καλιέρις, με τον Άρη στον αγώνα με τη Μπόσνα είχα μαρκάρει τον Ντελίμπασιτς. Όταν ο Ανέστης Πεταλίδης στην πρώτη προπόνηση μου είπε «για δες τι ψάρια πιάνει ρε μαύρε» προσπάθησα να τον πιέσω. Μου έβγαλε τη γλώσσα. Όταν τελείωσε η προπόνηση, είπα σε όλους. Αυτός δεν είναι σαν τους άλλους. Είναι πολύ καλύτερος
Στην αρχή δεν με πίστευαν, είμαστε και καχύποπτοι βλέπεις. Ακόμη και ο Ιωαννίδης μια μέρα, με έπιασε και μου είπε: «Θα εκτεθείς Βαγγέλη». Εγώ, όμως, ήξερα τι είχε κάνει σε μένα ο Γκάλης. Μετά, άρχισαν να τα παθαίνουν και οι υπόλοιποι. Είχα και τις πληροφορίες από τον Τζόις. Πίστευα από την αρχή, ότι πράγματι αυτή η μεταγραφή ήταν πολύ μεγάλη. Δεν μπορούσα, βέβαια, να φανταστώ ότι είχαμε πάρει τον άνθρωπο που θα άλλαζε τα πάντα γύρω από το μπάσκετ στην Ελλάδα. Εντάξει, σε εκείνο το πρώτο του παιχνίδι ήταν αγχωμένος. Ήταν άστοχος. Αλλά, όπως μου είπε ο μπαγάσας την επόμενη μέρα, δεν ξανάχασε ποτέ τόσα σουτ…»
Ο Αλεξανδρής έζησε τον Γκάλη από την πρώτη στιγμή. Ήταν συμπαίκτης του, μετά έγινε αντίπαλος (όταν πήγε στον ΠΑΟΚ, πανηγυρίζοντας μάλιστα και την κατάκτηση του Κυπέλλου το 1984), αργότερα σαν προπονητής σκαρφιζόταν (όπως όλοι) πως θα τον σταματούσε. Δεν ήταν εύκολο. Ποιο όμως ήταν το στοιχείο, που έκανε αυτό τον νεαρό που ήρθε με αφάνα αλλά μεγαλούργησε κοντοκουρεμένος να ξεχωρίζει:
Ο Γκάλης κατάφερε να πετύχει όλα όσα έκανε στη ζωή του, λόγω του χαρακτήρα του. Ήταν και είναι ένας γεννημένος νικητής. Εγωιστής. Δεν ήθελε να χάνει. Μία του έριχνες και έπεφτε κάτω, αλλά αμέσως σηκωνόταν και ήταν έτοιμος να σε σκοτώσει στην επόμενη φάση.
Αυτό το βλέμμα του, τα έλεγε όλα. Και αυτό τον αθλητικό εγωισμό το έχω δει μόνο στον Γκάλη και μετά από χρόνια στον Στογιάκοβιτς, όταν τον κοούτσαρα μικρό παιδί στον ΠΑΟΚ» λέει ο έμπειρος κόουτς, που όταν τον ρωτάμε αν πράγματι ο Γκάλης ήταν ο μεγαλύτερος όλων απαντάει:
«Δεν μου αρέσει να συγκρίνω τις εποχές. Το μπάσκετ, άλλωστε, έχει αλλάξει πολύ. Ακόμη αλλάζει. Έχω παίξει και αντιμετωπίσει μεγάλους σκόρερ τρου ελληνικού μπάσκετ. Παπαγεωργίου, Γιατζόγλου, Κόντος, Κορωναίος, Γκούμας. Όλοι ήταν σπουδαίοι. Ωστόσο, ο Γκάλης ήταν ο κορυφαίος αθλητής όλων. Αυτός που έπαιζε ασταμάτητα και έβαζε 40 πόντους σε κάθε παιχνίδι. Δεν ήταν ομως αυτό το μεγαλείο του. Ή μάλλον … δεν ήταν μόνο αυτή η προσφορά του στο μπάσκετ. Ο Γκάλης ήταν ο επικεφαλής μιας σπουδαίας φουρνιάς, που χάρισε στην Ελλάδα μεγάλες στιγμές, αλλά κατά τη γνώμη μου, έδωσε και κάτι ακόμη ίσως πολύ πιο σημαντικό».
Τι θέλει να πει ο Αλεξανδρής. Νομίζουμε ότι κανείς δεν θα διαφωνήσει
Ο Γκάλης ζητάει ένα ξυραφάκι
«Πάνω απ” όλα ο Νίκος μας άνοιξε το μυαλό. Δεν το έκανε …επίτηδες. Ήταν η νοοτροπία του τέτοια, που μας έκανε όλους επαγγελματίες. Ο ίδιος έλεγε είμαι επαγγελματίας. Κι εμείς ήμασταν. Κάναμε δυο προπονήσεις τη μέρα, παίρναμε κάποια χρήματα. Ποτέ, όμως, δεν μπορούσαμε να φανταστούμε πως θα φτιάχναμε τη ζωή μας μέσα από το μπάσκετ. Θα σας πω ένα γεγονός, που με βοήθησε και μένα, να έχω επαγγελματική ανέλιξη.
Παίζαμε με την Εθνική Ομάδα στα Δημήτρεια της Θεσσαλονίκης. Ένα ετήσιο τουρνουά, όπου μετείχε πάντα η Εθνική. Ήμασταν συγκάτοικοι με το Νικ. Μου λέει: «Έχεις ξυραφάκι»; Του απαντάω, δες το τσαντάκι μου, θα βρεις εκεί. Πάει, κοιτάει και λέει: «Δεν θέλω αυτό. Ένα απλό ζητάω. Λέω από μέσα μου «τι το θέλει αυτό ο μπαγάσας»; Παίρνω τηλέφωνο στην ρεσεψιόν και πράγματι μας φέρνουν ένα απλό μπικ. Το σπάει στη μέση κι αρχίζει να βγάζει από το παπούτσι του, τις γραμμές που υποδήλωναν την εταιρεία.
Στην αρχή δεν κατάλαβα τι έκανε, νόμιζα ότι ήθελε να είναι ολόλευκο για ομορφιά. Στο τέλος, δεν άντεξα και τον ρώτησα: «Νίκο, γιατί το κάνεις αυτό». Η απάντηση ήταν η εξής: «Κοίτα, Βαγγέλη. Η εταιρεία βγάζει λεφτά από εμένα. Με βλέπουν τα παιδιά που παίζω και την άλλη μέρα, πάνε στα μαγαζιά και ζητάνε το ζευγάρι που φοράει ο Γκάλης. Ας πληρώσουν, λοιπόν, και μετά … αφήνω τις γραμμές». Λέω, πάλι από μέσα μου: «Καλά, αυτός την ψώνισε».
Μετά το ξανασκέφτηκα, ωστόσο. Και έβγαλα … κι εγώ τις γραμμές. Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Σε μια εβδομάδας μας είχαν πάρει τηλέφωνο. Μας έδιναν παπούτσια και ρούχα. Αργότερα, άρχισαν να πληρώνουν κιόλας. Όλα αυτά με έφεραν και μένα στην διεύθυνση της Asics Tiger στην Βόρειο Ελλάδα, για 12 χρόνια. Επαναλαμβάνω ότι ο Γκάλης δεν τα έκανε επειδή είχε ένα σχέδιο. Ήταν απλά ο εαυτός του…
Για την ιστορία, το πρώτο ματς (2/12/1979) του Γκάλη όπως καταγράφηκε στο Φύλλο Αγώνα:
Άρης-Ηρακλής 78-79 (44-37), Διαιτητές: Γιώργος Προεστός, Παναγιώτης Οικονομίδης
Άρης (Ντέβελι): Αλεξανδρής 10, Παπαγεωργίου 20, Παραμανίδης 8, Σπάρταλης, Γκάλης 30, Σκόνδρας 5, Καλαντίδης 2, Ανανιάδης, Βαμβακούδης, Στυλιανού,
Ηρακλής (Πυριτίδης): Πιλαφίδης 13, Τζάμος, Καρατζουλίδης 16, Καράογλου, Σακελλαρίου 19, Μάντης 12, Τσομπανάκης 6, Βαγιακάκος 2, Τσουμής 10, Ναλπάντης.
*ισχύουν όροι και προϋποθέσεις | ΕΕΕΠ | 21+ | Παίξε Υπεύθυνα